Μετάβαση στο περιεχόμενο

Δαμοκλῆς

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: Δαμοκλής

Αρχαία ελληνικά (grc)

[επεξεργασία]
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
Δᾱμοκλέ-
ονομαστική Δαμοκλέης   > Δαμοκλῆς οἱ Δαμοκλέες   > Δαμοκλεῖς
      γενική τοῦ Δαμοκλέους   Δαμοκλέους τῶν Δαμοκλέων   Δαμοκλέων
      δοτική τῷ Δαμοκλέει    > Δαμοκλεῖ τοῖς Δαμοκλέεσ >
    αιτιατική τὸν Δαμοκλέ    Δαμοκλέα
  & σπανίως > Δαμοκλ
τοὺς Δαμοκλέᾱς   > Δαμοκλεῖς
     κλητική ! Δαμόκλεες   > Δαμόκλεις Δαμοκλέες   > Δαμοκλεῖς
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Δαμόκλεε   >
γεν-δοτ τοῖν  Δαμοκλέοιν >
3η κλίση, ομάδα 'Περικλέης Περικλῆς', Κατηγορία 'Περικλῆς' όπως «Περικλῆς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Δᾱμοκλῆς < δᾱμο- (δωρική μορφή του δῆμος) + -κλῆςδόξα/το κλέος του δήμου)

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Δᾱμοκλῆς αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Απόγονοι

[επεξεργασία]

Δαμοκλῆς (αρχαία ελληνικά)