Εβραίων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: εβραίων, Ἑβραίων, ἑβραίων

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος[επεξεργασία]

Εβραίων αρσενικό ή θηλυκό

  1. γενική πληθυντικού του Εβραίος
  2. (ασυνήθιστο) γενική πληθυντικού του Εβραία

Ομώνυμα / Ομόηχα[επεξεργασία]