λαλιά: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης |
Flyax (συζήτηση | συνεισφορές) Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{=el=}} |
{{=el=}} |
||
{{προσχέδιο}} |
|||
{{-ετυμ-}} |
{{-ετυμ-}} |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[λαλιά]] < [[λαλῶ]] |
||
{{-ουσ-|el}} |
{{-ουσ-|el}} |
||
'''{{PAGENAME}}''' {{θ}} |
'''{{PAGENAME}}''' {{θ}} |
||
* η [[φωνή]], η [[μιλιά]], η [[ομιλία]], η ικανότητα του να [[μιλώ|μιλάει]] κανείς |
|||
:{{προσχέδιο-ορισμ}} |
|||
*: ''έχασε τη '''λαλιά''' του'' |
|||
* η [[γλώσσα]] |
|||
*: ''η ελληνική '''λαλιά''''' |
|||
{{- |
{{-συγγ-}} |
||
* [[λαλώ]] |
|||
* [[λαλίστατος]] |
|||
{{-μτφ-}} |
|||
{{(}} |
{{(}} |
Αναθεώρηση της 19:10, 25 Μαρτίου 2008
- λαλιά < αρχαία ελληνική λαλιά < λαλῶ
Πρότυπο:-ουσ- λαλιά θηλυκό
- η φωνή, η μιλιά, η ομιλία, η ικανότητα του να μιλάει κανείς
- έχασε τη λαλιά του
- η γλώσσα
- η ελληνική λαλιά