είθισται: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ αλλαγή των πινάκων μεταφράσεων σε κρυμμένους τύπους |
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 2: | Γραμμή 2: | ||
{{-ετυμ-}} |
{{-ετυμ-}} |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < |
: '''{{PAGENAME}}''' < γ΄ εν. πρκμ. του ρ. εθίζω |
||
{{-ρημ-|el}} |
{{-ρημ-|el}} |
||
'''{{PAGENAME}}''' |
'''{{PAGENAME}}''' |
||
* [[συνηθίζεται]], γίνεται κατά τέτοιο τρόπο λόγω [[συνήθεια]]ς ή [[σύμβαση]]ς, κοινωνικής ή |
* [[συνηθίζομαι|συνηθίζεται]], γίνεται κατά τέτοιο τρόπο λόγω [[συνήθεια]]ς ή [[σύμβαση]]ς, κοινωνικής ή άλλης, ή [[έθιμο|εθίμου]] |
||
: '''''είθισται''' το Πάσχα να βάφουμε κόκκινα αυγά'' |
: '''''είθισται''' το Πάσχα να βάφουμε κόκκινα αυγά'' |
||
: '''''είθισται''' στις επαγγελματικές επαφές να απευθυνόμαστε στους άλλους στο πληθυντικό'' |
: '''''είθισται''' στις επαγγελματικές επαφές να απευθυνόμαστε στους άλλους στο πληθυντικό'' |
Αναθεώρηση της 05:03, 10 Φεβρουαρίου 2010
- είθισται < γ΄ εν. πρκμ. του ρ. εθίζω
Πρότυπο:-ρημ- είθισται
- συνηθίζεται, γίνεται κατά τέτοιο τρόπο λόγω συνήθειας ή σύμβασης, κοινωνικής ή άλλης, ή εθίμου
- είθισται το Πάσχα να βάφουμε κόκκινα αυγά
- είθισται στις επαγγελματικές επαφές να απευθυνόμαστε στους άλλους στο πληθυντικό