ζωγραφίζω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Νέο Σύστημα |
μ PAGENAME στις ετυμολογίες (9) |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
< [[ζωγράφος]] |
: '''{{PAGENAME}}''' < [[ζωγράφος]] |
||
==={{ρήμα|el}}=== |
==={{ρήμα|el}}=== |
||
'''{{PAGENAME}}''' |
'''{{PAGENAME}}''' |
Αναθεώρηση της 08:27, 25 Φεβρουαρίου 2010
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ζωγραφίζω < ζωγράφος
Ρήμα
ζωγραφίζω
- σχεδιάζω γραμμές και/ή καλύπτω επιφάνειες με χρώματα, ώστε να δημιουργήσω μία ζωγραφική εικόνα, να αναπαραστήσω πρόσωπα ή πράγματα ή αφηρημένες εικόνες και να φέρω ένα αισθητικό αποτέλεσμα
- είμαι ζωγράφος
- (μεταφορικά) εκτελώ με δεξιοτεχνία μια συγκεκριμένη εργασία
Συγγενικά
Δείτε επίσης
Μεταφράσεις
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «ζωγραφιζω'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'ζωγραφίζω'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «ζωγραφιζω».