κορσικανικά: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ PAGENAME στις ετυομολογίες αντί για το λήμμα σε έντονα γράμματα |
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης |
||
Γραμμή 72: | Γραμμή 72: | ||
* {{πτώσειςΟΑΚπλ|κορσικανικό}} |
* {{πτώσειςΟΑΚπλ|κορσικανικό}} |
||
{{κλείδα |
{{κλείδα-ελλ}} |
||
[[Κατηγορία:Γλώσσες στα ελληνικά]] |
[[Κατηγορία:Γλώσσες στα ελληνικά]] |
Αναθεώρηση της 11:58, 21 Μαΐου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- κορσικανικά < κορσικανικός < Κορσική.
Ουσιαστικό
κορσικανικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- Λατινογενές ιδίωμα που μοιάζει με τα ιταλικά και μιλιέται στην Κορσική (που έχει όμως επίσημη γλώσσα τα γαλλικά). Παρουσιάζει δύο κύριες διαλεκτικές μορφές (βόρεια και νότια) με ενδιάμεσα μεταβατικά στάδια.
Μεταφράσεις
Κλιτικός τύπος επιθέτου
κορσικανικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του κορσικανικό