προσδοκία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη ru
Γραμμή 75: Γραμμή 75:
[[ko:προσδοκία]]
[[ko:προσδοκία]]
[[pl:προσδοκία]]
[[pl:προσδοκία]]
[[ru:προσδοκία]]

Αναθεώρηση της 19:40, 30 Μαΐου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'ώρα'

Ετυμολογία

προσδοκία < αρχαία ελληνική

Ουσιαστικό

προσδοκία θηλυκό

  1. το να αναμένεις, να ελπίζεις, ότι θα συμβεί αυτό που επιθυμείς

Εκφράσεις

  • παρά πάσαν προσδοκίαν: (λόγιο) αντίθετα με αυτό που περιμέναμε


Μεταφράσεις