Καρακούσης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Καρακούσης < τουρκική karakuş (κότσυφας) + -ης. → δείτε τη λέξη Karakuş (επώνυμο)

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Καρακούσης αρσενικό (θηλυκό Καρακούση)

Μεταγραφές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Καρακούσης σελ.103 -  Παναγιώτα Δαλακούρα (2020), Τα επώνυμα της Καβάλας. Γλωσσολογική προσέγγιση. Mεταπτυχιακή διπλωματική εργασία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. DOI, pdf.