Μαρίνα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Μαρίνα | οι | Μαρίνες |
γενική | της | Μαρίνας | των | Μαρίνων |
αιτιατική | τη | Μαρίνα | τις | Μαρίνες |
κλητική | Μαρίνα | Μαρίνες | ||
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Μαρίνα < Μαρίνος• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /maˈɾi.na/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μα‐ρί‐να
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Μαρίνα θηλυκό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Μαρίνα
|