Μπουρζ
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Μεταγραφή
[επεξεργασία]Μπουρζ θηλυκό άκλιτο
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Αὐάρικον (αρχαία ελληνικά)
-
Μπουρζ στη Βικιπαίδεια