Ντέρεκ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ντέρεκ < (μεταγραφή) αγγλική Derek

Μεταγραφή[επεξεργασία]

Ντέρεκ αρσενικό