Παγιασλής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Παγιασλής < πατριδωνυμικό, (άμεσο δάνειο) τουρκική payasli (ο καταγόμενος από το χωριό Payas της Τουρκίας) + -ής

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Παγιασλής αρσενικό

Πηγές[επεξεργασία]

  • Παγιασλής σελ.59 -  Παναγιώτα Δαλακούρα (2020), Τα επώνυμα της Καβάλας. Γλωσσολογική προσέγγιση. Mεταπτυχιακή διπλωματική εργασία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. DOI, pdf.