Πεόγλου

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Πέογλου

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Πεόγλου < τοπωνύμιο οθωμανική τουρκική بك‌اوغلی, στην τουρκική γλώσσα Beyoğlu

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Πεόγλου ουδέτερο, άκλιτο

Σημειώσεις[επεξεργασία]

  • Φαίνεται ως άπαξ λεγόμενον, από τον Σέργιο Ιωάννου, στη μπροσούρα που εξέδωσε στη Βιέννη το 1806, με τίτλο Ἀναίρεσις νοσοκομικῆς τινος ἀναφοράς καὶ σύντομος διήγησις τῶν ἐν τῷ τοῦ Γαλατᾶ τῶν Γραικῶν νοσοκομείῳ ἀρτίως συμβάντων.[1]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Βλ. Κωνσταντίνος Σάθας, «Περί του εν Γαλατά γραικικού νοσοκομείου και του πρώτου αυτού ιδρυτού Γεωργ. Σταυράκη», Πανδώρα 469 (1 Οκτωβρίου 1869), σ. 242 και, του ίδιου, Νεοελληνικής φιλολογίας παράρτημα. Ιστορία του ζητήματος της νεοελληνικής γλώσσης, (Αθήνα: Εκ της Τυπογραφ. των τέκνων Ανδρέου Κορομηλά, 1870), σ. 313.