Πρωτογένεια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Πρωτογένεια < πρώτο + γένος

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Πρωτογένεια θηλυκό

  1. γυναικείο όνομα
  2. (ελληνική μυθολογία)
    1. κόρη του Δευκαλίωνος και της Πύρρας, σύζυγος του Λοκρού και μητέρα του Οιπούντος
    2. κόρη του Ερεχθέως και μητέρα του Αεθλίου