αγαναχτάω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αγαναχτάω < αγαναχτ(ώ) + άω
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /a.ɣa.naˈxta.o/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐γα‐να‐χτά‐ω
Ρήμα
[επεξεργασία]αγαναχτάω (χωρίς παθητική φωνή)
- (λαϊκότροπο) άλλη μορφή του αγαναχτώ
Πηγές
[επεξεργασία]- αγαναχτάω — Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη ISBN:960-231-097-9 & online @greek-language.gr (συντομογραφίες, αστερίσκος για λέξεις στη λογοτεχνία)