αλαφραίνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αλαφραίνω < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα[επεξεργασία]

αλαφραίνω

  1. ελαφραίνω
  2. (μεταφορικά) ανακουφίζω


Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]