αποκρυσταλλώνομαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.po.kɾi.staˈlo.no.me/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐πο‐κρυ‐σταλ‐λώ‐νο‐μαι
Ρήμα[επεξεργασία]
αποκρυσταλλώνομαι
- παθητική φωνή του ρήματος αποκρυσταλλώνω