αυτοτροφοδοτούμαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αυτοτροφοδοτούμαι < αυτο- + τροφοδοτούμαι

Ρήμα[επεξεργασία]

αυτοτροφοδοτούμαι

Συγγενικά[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]