αφηρημένη τέχνη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αφηρημένη τέχνη: → δείτε τις λέξεις αφηρημένος και τέχνη
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
αφηρημένη τέχνη θηλυκό
- (τέχνη) η ζωγραφική, ή γλυπτική που αποδίδει το νοητικό, ιδεατό περιεχόμενο ενός θέματος αντί του πραγματικού - υλικού.
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αφηρημένη τέχνη