βλακωδώς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- βλακωδώς < βλακώδης
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /vla.koˈðos/
Επίρρημα
[επεξεργασία]βλακωδώς
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] βλακωδώς