Μετάβαση στο περιεχόμενο

βούε

Από Βικιλεξικό

Τσακωνικά (tsd)

[επεξεργασία]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈvu.e/

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

βούε αρσενικό

Εκφράσεις

[επεξεργασία]