Μετάβαση στο περιεχόμενο

γκλίτερ

Από Βικιλεξικό

Νέα ελληνικά (el)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
γκλίτερ < (άμεσο δάνειο) αγγλική glitter[1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈgli.teɾ/
τυπογραφικός συλλαβισμός: γκλίτερ

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

γκλίτερ ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. γκλίτερ - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)