γλυκοβραδιάζει

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γλυκοβραδιάζει < γλυκά + -ο- + βραδιάζω

Ρήμα[επεξεργασία]

γλυκοβραδιάζει άκλιτο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]