γραμμογραφήσεις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
γραμμογραφήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος γραμμογραφώ
- θα γραμμογραφήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος γραμμογραφώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
γραμμογραφήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του γραμμογράφηση