διαδίνομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

διαδίνομαι: παθητική φωνή του ρήματος διαδίνω

Ρήμα[επεξεργασία]

διαδίνομαι

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]