δρομολογούμαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ðɾo.mo.loˈɣu.me/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : δρο‐μο‐λο‐γού‐μαι
- ομόηχο: δρομολογούμε
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
δρομολογούμαι
- παθητική φωνή του ρήματος δρομολογώ