επιδαψίλευσης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
επιδαψίλευσης θηλυκό
- γενική ενικού του επιδαψίλευση
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
- επιδαψιλεύσεως (λόγιο)