επιστρώσεις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

επιστρώσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος επιστρώνω
  2. θα επιστρώσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος επιστρώνω

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

επιστρώσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του επίστρωση