ιεραποστολικά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ιεραποστολικά < ιεραποστολικός

Επίρρημα[επεξεργασία]

ιεραποστολικά

  1. ως ιεραπόστολος
  2. από ιεραποστολική άποψη

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

ιεραποστολικά