κανονικοποίησης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
κανονικοποίησης θηλυκό
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
- κανονικοποιήσεως (λόγιο)
κανονικοποίησης θηλυκό