καρακατσάνοι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία 1[επεξεργασία]
- καρακατσάνοι < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
καρακατσάνοι αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
Ετυμολογία 2[επεξεργασία]
- καρακατσάνοι: κλιτός τύπος
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
καρακατσάνοι
- ονομαστική και κλητική πληθυντικού του καρακατσάνος
- → δείτε και τη λέξη Καρακατσάνοι
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ Καμπανάς, Ηλίας Ιω. (1990) Μονοτονικό λεξικό της δημοτικής: ορθογραφικό, ερμηνευτικό, ετυμολογικό. Αθήνα: Οργανισμός Εκδόσεων Καμπανά.