κοινολογήσεις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
κοινολογήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κοινολογώ
- θα κοινολογήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κοινολογώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
κοινολογήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του κοινολόγηση