κοστολογήσεις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
κοστολογήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κοστολογώ
- θα κοστολογήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κοστολογώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
κοστολογήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του κοστολόγηση