κουρντίσματα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
κουρντίσματα ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του κούρντισμα
κουρντίσματα ουδέτερο