κοψοτιμή

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κοψοτιμή < (νεολογισμός) κοψοτιμής με κοψο- + τιμή, κατά το κοψοχρονιά

Επίρρημα[επεξεργασία]

κοψοτιμή

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]