μαγγανάρης
Εμφάνιση
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- μαγγανάρης < μάγγαν(ον) + -άρης
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]μαγγανάρης αρσενικό
Συγγενικά
[επεξεργασία]- Μαγγανάρης (επώνυμο στην κοινή νεοελληνική)
Πηγές
[επεξεργασία]- μαγγανάρης σελ.4421 - ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία. (συντομογραφίες & συγγραφέων)