μαρξιστικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
μαρξιστικά < μαρξιστικός
Επίρρημα[επεξεργασία]
μαρξιστικά
- με μαρξιστικό τρόπο, από μαρξιστική σκοπιά
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
μαρξιστικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του μαρξιστικό