μεγιστοποιούμαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /me.ʝi.sto.piˈu.me/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : με‐γι‐στο‐ποι‐ού‐μαι
- ομόηχο: μεγιστοποιούμε
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
μεγιστοποιούμαι
- παθητική φωνή του ρήματος μεγιστοποιώ