μικροδείχνω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]μικροδείχνω
- φαίνομαι πιο νέος από όσο είμαι πραγματικά
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] μικροδείχνω
|
μικροδείχνω
|