ξεπερνιέμαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /kse.peɾˈɲe.me/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ξε‐περ‐νιέ‐μαι
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
ξεπερνιέμαι
- παθητική φωνή του ρήματος ξεπερνάω / ξεπερνώ