περιαρπάζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
περιαρπάζω < περι- + αρπάζω

περιαρπάζω (παθητική φωνή: περιαρπάζομαι)

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]