πεταμπάιτ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
πεταμπάιτ < απροσάρμοστο άμεσο δάνειο από την αγγλική petabyte. Αναλύεται σε πετα- + μπάιτ

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

πεταμπάιτ ουδέτερο άκλιτο

Άλλες γραφές

[επεξεργασία]

Σημειώσεις

[επεξεργασία]
  • Συχνά γράφεται και με λατινική γραφή, όπως στα αγγλικά: petabyte

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Δείτε και τη διεθνή συντομογραφία: PB