μεγαμπάιτ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- μεγαμπάιτ < απροσάρμοστο άμεσο δάνειο από την αγγλική megabyte. Αναλύεται σε μεγα- + μπάιτ
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]μεγαμπάιτ ουδέτερο άκλιτο
- (τηλεπικοινωνίες, δίκτυο υπολογιστών, μονάδα μέτρησης) συνήθως στα δίκτυα μετρά τον ρυθμό μεταφοράς δεδομένων (data transfer rate) και είναι ίσο με ένα εκατομμύριο, 106 = 1.000.000 bytes
- (πληροφορική) συνήθως μονάδα μέτρησης μέσου αποθήκευσης (μνήμη) και είναι ίσο με 220 = 1.048.576 bytes
- συνώνυμο στην πληροφορική ως μονάδα μέτρησης χωρητικότητας μνήμης: mebibyte
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- Συχνά γράφεται και με λατινική γραφή, όπως στα αγγλικά: megabyte
Συγγενικά
[επεξεργασία]- μπάιτ, κιλομπάιτ, γιγαμπάιτ, τεραμπάιτ, πεταμπάιτ, εξαμπάιτ
- προηγούμενο: κιλομπάιτ, επόμενο: γιγαμπάιτ
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Δείτε και τη διεθνή συντομογραφία: MB
μεγαμπάιτ
|
Κατηγορίες:
- Δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα μεγα- (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Τηλεπικοινωνίες (νέα ελληνικά)
- Δίκτυο υπολογιστών (νέα ελληνικά)
- Μονάδες μέτρησης (νέα ελληνικά)
- Πληροφορική (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)