πρωτογάλατα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
πρωτογάλατα ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του πρωτόγαλα
πρωτογάλατα ουδέτερο