πόντιουμ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πόντιουμ < λατινική podium

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

πόντιουμ ουδέτερο άκλιτο

  • το βάθρο του διευθυντή ορχήστρας

Μεταφράσεις[επεξεργασία]