σούκο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σούκο < αγγλική Schuko (όνομα μάρκας)

Επίθετο[επεξεργασία]

σούκο άκλιτο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]