συγγενικά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

συγγενικά

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

συγγενικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό