συνεχίζοντας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Μετοχή[επεξεργασία]
συνεχίζοντας
- μετοχή ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος συνεχίζω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
συνεχίζοντας
|
συνεχίζοντας
|