υπερκαταγράφω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

υπερκαταγράφω < υπερ- + καταγράφω

Ρήμα[επεξεργασία]

υπερκαταγράφω (παθητική φωνή: υπερκαταγράφομαι)

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]