φιλειρηνικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]φιλειρηνικά < φιλειρηνικός
Επίρρημα
[επεξεργασία]φιλειρηνικά (τροπικό επίρρημα)
- με φιλειρηνικό τρόπο, χωρίς πόλεμο
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] φιλειρηνικά
|
Ετυμολογία 2
[επεξεργασία]Κλιτός τύπος.
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]φιλειρηνικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του φιλειρηνικό